Το Ισλάμ δεν είναι εδώ για να συνεργαστεί αλλά για να μας κατακτήσει
Είναι γνωστό ότι για τους τζιχαντιστές οι συμβολισμοί παίζουν καθοριστικό ρόλο, ειδικά για τα άτομα που δρουν μόνοι τους, τους λεγόμενους «μοναχικούς λύκους» στις δυτικές κοινωνίες.
Ωστόσο, η περίπτωση των επιθέσεων στη Νέα Ορλεάνη και στο Λας Βέγκας φαίνεται να διαφοροποιείται από τις προηγούμενες, καθώς οι δράστες ήταν εν ενεργεία στρατιωτικοί των ΗΠΑ, οι οποίοι, με κάποιον αδιευκρίνιστο τρόπο, φαίνεται να «ριζοσπαστικοποιήθηκαν».
Το Ισλάμ δεν είναι εδώ για να συνεργαστεί αλλά για να μας κατακτήσει
Αυτή τη φορά, δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιον περιθωριακό μουσουλμάνο ή εγκληματία που βρίσκει διέξοδο στην ισλαμική τρομοκρατία. Αντιθέτως, φαίνεται ότι η διαδικτυακή προπαγάνδα του ISIS βρίσκει απήχηση και σε ανθρώπους που φαίνονται να είναι υπεράνω κάθε υποψίας.
Αυτή τη φορά, λοιπόν, δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιον περιθωριακό μουσουλμάνο, συχνά μικροκακοποιό που βρίσκει στην ισλαμική τρομοκρατία νόημα ζωής. Αποδεικνύεται ότι η –κατά κανόνα διαδικτυακή– προπαγάνδα του ISIS βρίσκει απήχηση και σε μουσουλμάνους υπεράνω πάσης υποψίας. Πολύ περισσότερο που ο δράστης του Λας Βέγκας δεν ήταν μουσουλμάνος. Υπάρχει ένδειξη ότι ήταν ακροδεξιός, με συμπάθεια στους Ουκρανούς νεοναζί.
Δεν αποκλείεται να στράφηκε συμβολικά εναντίον του ξενοδοχείου του Τραμπ, επειδή θεωρείται πως ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θα πάψει να υποστηρίζει το Κίεβο. Δεν αποκλείεται ακόμα –λόγω της δεδομένης σχέσης του με τον μουσουλμάνο δράστη της Νέας Ορλεάνης– να προσηλυτίστηκε και να εντάχθηκε διαδικτυακά στο ISIS, δεδομένου ότι οι Ουκρανοί είχαν αναπτύξει σχέσεις με τζιχαντιστές, λόγω της κοινής εχθρότητας προς τη Ρωσία.
Αν και το FBI ανακοίνωσε ότι τα δύο περιστατικά δεν φαίνεται να συνδέονται, οι συμπτώσεις μεταξύ τους είναι πολλές και δεν μπορούν να αγνοηθούν. Και οι δύο δράστες είχαν υπηρετήσει στον στρατό, στον τομέα της τεχνολογίας, ενώ υπάρχουν πληροφορίες που αναφέρουν ότι υπηρετούσαν στην ίδια στρατιωτική βάση. Επιπλέον, και οι δύο χρησιμοποίησαν ηλεκτρικά αυτοκίνητα (τα οποία νοίκιασαν από την ίδια εφαρμογή) και εκρηκτικούς μηχανισμούς στις επιθέσεις τους, τις οποίες πραγματοποίησαν την Πρωτοχρονιά.
Το πραγματικό πρόβλημα με τις αρχές ασφαλείας είναι ότι συχνά περιορίζονται σε στερεότυπα και δεν αντιλαμβάνονται ότι, για παράδειγμα, ένας νεαρός μουσουλμάνος από περιθωριακό υπόβαθρο μπορεί να μετατραπεί σε αποφασισμένο τζιχαντιστή.
Πολύ περισσότερο, δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι και ένας στρατιωτικός μπορεί να ριζοσπαστικοποιηθεί και να γίνει τζιχαντιστής τρομοκράτης. Η διπλή επίθεση στις ΗΠΑ αποδεικνύει αυτό που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα περιστατικά: Η ισλαμική τρομοκρατία έχει εδραιωθεί στη Δύση και δεν φαίνεται να φεύγει σύντομα.
Το γεγονός ότι οι επιθέσεις επικεντρώθηκαν σε αθώους πολίτες αποδεικνύει τη σφοδρότητα και τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα του τζιχαντιστικού κινήματος. Ο στόχος δεν είναι μόνο να διαταράξει την καθημερινότητα στις δυτικές κοινωνίες, αλλά και να προκαλέσει μια ριζική αλλοίωση αυτών, μέσω της διάχυσης του φόβου. Σκοπός είναι, αν είναι δυνατόν, να αποδομηθεί το μοντέλο της «ανοιχτής κοινωνίας».
Σε αντίθεση με άλλες μορφές τρομοκρατίας, η ισλαμική τρομοκρατία δεν έχει κανένα ηθικό φραγμό όσον αφορά τη χρήση βίας, ειδικά όταν πρόκειται για αθώους πολίτες. Οι δράστες της, πιστεύοντας ότι θυσιάζονται για έναν ιερό σκοπό, δεν διστάζουν να προκαλέσουν αθώες απώλειες, ακόμα και αν αυτές περιλαμβάνουν μικρά παιδιά. Για αυτούς, ο δυτικός κόσμος δεν είναι απλώς άπιστος, αλλά και ένας εχθρός που πρέπει να εξοντωθεί, ανεξαρτήτως της εγγύτητας του στον ίδιο ή της ενδεχόμενης σχέσης του ως γείτονας.
Η ισλαμική τρομοκρατία, λοιπόν, αποτελεί μια ασύμμετρη απειλή και σχετίζεται με την έννοια του «πολέμου των πολιτισμών». Αν και ενδέχεται να συνδέεται με γεωπολιτικά ζητήματα, δεν αποτελεί μέρος του παραδοσιακού γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Η επιδίωξη των τζιχαντιστών δεν είναι μόνο η καταπολέμηση των κρατικών μηχανισμών, αλλά η καταστροφή των αξιών του Διαφωτισμού και των κοινωνιών που τις υιοθετούν. Ο «εχθρός» για αυτούς είναι όχι μόνο το κράτος, αλλά και οι ιδεολογικές και πολιτισμικές αρχές που ενσαρκώνει.
Η στρατηγική τους δικαιολογεί τη χρήση οποιουδήποτε μέσου για να προκαλέσει τρόμο στον εχθρό. Έτσι, δεν διστάζουν να καταφύγουν σε μαζικές, τυφλές επιθέσεις ή σε πιο τελετουργικές μορφές βίας, όπως οι αποκεφαλισμοί που καταγράφονταν από το ISIS. Η πολιτική από μόνη της δεν οδηγεί συχνά σε τέτοιες ακραίες ενέργειες. Αυτό που καθιστά την ισλαμική τρομοκρατία τόσο ιδιαίτερη είναι το θρησκευτικό υπόβαθρο και η νομιμοποίηση αυτών των πράξεων μέσω της έννοιας του «ιερού πολέμου» στο Ισλάμ.
Μετά από κάθε τρομοκρατική επίθεση που συνδέεται με το Ισλάμ, πάντα επανέρχεται το ερώτημα αν η τρομοκρατία αυτή συνδέεται άμεσα με την ισλαμική ταυτότητα. Στο παρελθόν, οι φιλελεύθεροι πίστευαν ότι η ενσωμάτωση των μουσουλμάνων μεταναστών στην οικονομία και την παραγωγική διαδικασία θα οδηγούσε σε κοινωνική ενσωμάτωση και τελικά σε αφομοίωσή τους. Όμως, αυτή η προσέγγιση αγνόησε την ισχυρή θρησκευτική και πολιτιστική ταυτότητα που φέρουν οι μουσουλμάνοι, η οποία συχνά δεν συμβαδίζει με τις δυτικές αξίες.
Μετά από πολλές δεκαετίες, τα αποτελέσματα αυτής της ενσωμάτωσης είναι απογοητευτικά. Στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, οι μουσουλμανικές κοινότητες συχνά ζουν σε απομονωμένα γκέτο, δημιουργώντας παράλληλες κοινωνίες που δεν αφομοιώνονται στην ευρύτερη κοινωνία. Στην πραγματικότητα, η ενσωμάτωσή τους αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολη και σε κάποιες περιπτώσεις αδύνατη. Ιδιαίτερα στις πρώην αποικιοκρατικές χώρες όπως η Βρετανία και η Γαλλία, όπου υπάρχουν μουσουλμανικές κοινότητες τρίτης γενιάς, παρατηρείται η ανάπτυξη ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η αιτία της ισλαμικής τρομοκρατίας είναι αποκλειστικά το θρησκευτικό δόγμα. Η σύνδεση μεταξύ Ισλάμ και τρομοκρατίας δεν είναι τόσο απλή και άμεση. Όσοι αρνούνται οποιαδήποτε σχέση μεταξύ αυτών των δύο, συχνά πράττουν από πολιτική ορθότητα, ενώ τα γεγονότα δείχνουν την αντίθετη πραγματικότητα.
Για παράδειγμα, δεν υπάρχει καμία αντίστοιχη περίπτωση Σέρβου να έχει πραγματοποιήσει επίθεση αυτοκτονίας, παρόλο που η χώρα του υπήρξε θύμα βομβαρδισμών και ταπεινώσεων από το ΝΑΤΟ τη δεκαετία του 1990. Επίσης, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι τζιχαντιστικές επιθέσεις γίνονται δεκτές με ικανοποίηση από εκατομμύρια μουσουλμάνους παγκοσμίως.
Επιπλέον, η κατάσταση γίνεται πιο περίπλοκη όταν εξετάσουμε τη διαφορετική στάση μεταξύ των γενεών. Ενώ η πρώτη γενιά μουσουλμάνων μεταναστών, συνήθως, ενσωματώνεται στην κοινωνία και προσπαθεί να ζήσει νομοταγώς, οι δεύτερες και τρίτες γενιές συχνά παρουσιάζουν μια τάση για ριζοσπαστικοποίηση.
Αυτή η ριζοσπαστικοποίηση συνήθως εκδηλώνεται μέσω της προσχώρησης στον ισλαμικό φονταμενταλισμό και, σε λιγότερες περιπτώσεις, στην τρομοκρατία. Παρά τις αποδείξεις από την πραγματικότητα, οι υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης συνεχίζουν να υποτιμούν τη δύναμη και την ιδιαιτερότητα της ισλαμικής ταυτότητας. Το Ισλάμ δεν είναι απλώς μια θρησκεία, αλλά και ένα ολοκληρωμένο δικαιικό σύστημα που καθορίζει τον τρόπο ζωής των πιστών. Αυτό το σύστημα είναι ασύμβατο με τις φιλελεύθερες δημοκρατικές αρχές και τον νομικό πολιτισμό των δυτικών κοινωνιών.
Για τον πιστό που ακολουθεί τη σκληροπυρηνική ερμηνεία του Κορανίου, η σύγκρουση μεταξύ της πίστης του και των νόμων της δυτικής κοινωνίας αποτελεί μια συνεχιζόμενη αντίφαση.
Η επιλογή είναι δύσκολη: ή θα παραβιάσει την πίστη του ή θα παραβιάσει τις νομικές υποχρεώσεις που έχει ως πολίτης. Συχνά, οι άνθρωποι αυτοί αποδέχονται τις νομικές τους υποχρεώσεις μόνο προσχηματικά. Για τον φανατικό ισλαμιστή, όμως, δεν υπάρχει τέτοια αντίφαση. Το Κοράνι και η Σαρία (ισλαμικός νόμος) είναι για αυτόν οι μόνοι νόμοι που αξίζουν σεβασμού.
Οι νόμοι και το σύνταγμα της δυτικής χώρας στην οποία ζει απορρίπτονται και περιφρονούνται. Αυτή η στάση δείχνει πως όποιος προσχωρεί στον ισλαμικό φονταμενταλισμό δεν είναι απλώς παραβάτης του νόμου, αλλά και αρνητής των δυτικών αξιών και της ηθικής τους, καθώς και του νομικού τους συστήματος.
Σε ακραίες περιπτώσεις, η ένταση της ισλαμικής ταυτότητας φτάνει στο σημείο της πλήρους απόρριψης της κοινωνίας στην οποία ζει το άτομο, και σε ακόμα πιο ακραίες περιπτώσεις, εκδηλώνεται σε ενεργή εχθρότητα.
Οι μουσουλμάνοι που γεννιούνται στη Δύση και ριζοσπαστικοποιούνται, μετατρέπονται σε τζιχαντιστές ουσιαστικά αποκηρύσσοντας την κοινωνία τους, την οποία είχαν ως το σημείο αυτό ενσωματώσει. Στην πραγματικότητα, την αντιλαμβάνονται ως θρησκευτικό και πολιτισμικό εχθρό τους. Αυτός είναι ο λόγος που, όταν αυτοί οι άνθρωποι πραγματοποιούν τρομοκρατικές επιθέσεις, βιώνουν τη θλίψη και την αγανάκτηση των δυτικών κοινωνιών ως επιβεβαίωση της σπουδαιότητας της πράξης τους στον ευρύτερο πλαίσιο του “ιερού πολέμου” που έχουν κηρύξει.
Το σύγχρονο κύμα ισλαμοφοβίας δεν είναι αποτέλεσμα θρησκευτικής αντιπαλότητας ή μίσους προς τη θρησκεία του Ισλάμ. Στη Δύση, η θρησκευτική πίστη και η λατρεία είναι, κατά κανόνα, προσωπική υπόθεση και γενικά σεβαστή.
Η ισλαμοφοβία, ωστόσο, πηγάζει από την συνειδητοποίηση ότι, τουλάχιστον η πιο ακραία εκδοχή της ισλαμικής ταυτότητας, είναι ασύμβατη με τις δυτικές αξίες και τον τρόπο ζωής που επικρατεί στις δυτικές κοινωνίες. Επομένως, η απλή καταγγελία της ισλαμοφοβίας, χωρίς να γίνεται κατανοητή η πραγματική αιτία που τη γεννά, δεν αρκεί για να αναχαιτίσει το φαινόμενο. Αντίθετα, μπορεί να το ενισχύσει, καθώς το πρόβλημα πηγάζει από υπαρκτές πολιτισμικές και αξιακές αντιφάσεις, που δεν αντιμετωπίζονται απλώς με φραστικές καταγγελίες.
Ο φορμαλισμός του “πολιτικά ορθού” δεν ενδιαφέρεται να αναλύσει ή να κατανοήσει αυτές τις αντιφάσεις, περιοριζόμενος στην κριτική και στη στιγματοποίηση των ανθρώπων που αναδεικνύουν το πρόβλημα. Αντί να επιφέρει λύσεις, αυτή η προσέγγιση όχι μόνο αποτυγχάνει να αναχαιτίσει την ισλαμοφοβία, αλλά την εντείνει, δημιουργώντας επιπλέον εντάσεις.
Ιστορικά, πολλές φορές η στάση αυτή έχει φέρει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο. Οι ζηλωτές και οι ακραίοι, όταν αντιμετωπίζονται με εξωραϊσμούς και ακατανόητη ανοχή, συχνά ενισχύονται και εξαπλώνονται, ενώ η συζήτηση γύρω από τις πραγματικές αιτίες του προβλήματος αποδυναμώνεται.
Διαδίκτυο, κάνε τη δουλειά σου.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: