Έρευνα για το εμβόλιο κατά του COVID-19:Ποιοι είναι οι παράγοντες που οδηγούν στη ραγδαία μείωση των αντισωμάτων από τη χρήση του!!
Έρευνα που διεξήχθη από επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο Έμορυ της Ατλάντα βρήκε ότι ενώ τα εμβόλια κατά του τετάνου και της γρίπης ωθούν το σώμα να δημιουργήσει πλασματοκύτταρα που ζουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και παράγουν αντισώματα, τα εμβόλια κατά της COVID-19 δεν το κάνουν.
Η μελέτη μπορεί να εξηγήσει γιατί η προστασία από τα αντισώματα από εμβόλια mRNA κατά της COVID-19 μειώνεται τόσο ραγδαία.
Τα εμβόλια mRNA προκαλούν το σώμα να παράγει βραχύβια πλασματοκύτταρα τα οποία μπορούν να παράγουν αντισώματα για μονάχα μια χρονική περίοδο προτού πεθάνουν.
Τα εμβόλια όπως αυτό κατά του τετάνου δίνουν μακροχρόνια ανοσία, με τα αντισώματα να παραμένουν στο σώμα για έως και 10 χρόνια. Τα αντισώματα κατά της COVID-19 μειώνονται ραγδαία τρεις με έξι μήνες μετά τον εμβολιασμό, έχοντας συχνά ως αποτέλεσμα την επανεμφάνιση μολύνσεων.
Η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Δρ Φράνσις Έουν-Χιούνγκ Λι, καθηγήτρια ιατρικής και διευθύντρια του προγράμματος Άσθματος, Αλλεργιών και Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου Έμορυ, είπε στους Epoch Times πως ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο το γιατί τα εμβόλια κατά της COVID-19 δεν παρέχουν ανθεκτική ανοσία μέσω αντισωμάτων, παρότι υπάρχουν αρκετές πιθανότητες.
Σύμφωνα με τον ερευνητή, ένα λόγος θα μπορούσε να είναι το γεγονός ότι το σώμα δεν μπορεί να σχηματίσει μακροπρόθεσμη ανοσία κατά της COVID-19. Το εμβόλιο mRNA κατά της COVID-19 ωθεί το σώμα να παράγει πρωτεΐνες ακίδας κατά της COVID-19 για να διεγείρει την ανοσοαπόκριση. Αυτή η πρωτεΐνη ακίδας ίσως να μην διεγείρει αρκετά ώστε να προκαλέσει τον σχηματισμό μακρόβιων πλασματοκυττάρων.
Άλλος λόγος θα μπορούσε να είναι ότι η πλατφόρμα εμβολίων mRNA, η οποία διανέμει το εμβόλιο στο σώμα, δεν προκαλεί ανθεκτική ανοσία μέσω αντισωμάτων.
Επί του παρόντος, τα εμβόλια mRNA για τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (Respiratory Syncytial Virus – RSV) βρίσκονται υπό ανάπτυξη. Το εάν αυτά τα εμβόλια παρέχουν ανθεκτική ανοσία κατά των ιών για τους οποίους προορίζονται να προστατεύουν μπορεί να βοηθήσει στην εξήγηση της αντίδρασης του σώματος στα εμβόλια κατά της COVID-19.
«Θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε εάν ο λόγος […] είναι μοναδικός στην πρωτεΐνη ακίδας ή εάν είναι κάτι μοναδικό στην πλατφόρμα mRNA», είπε η Λι στους Epoch Times.
Δεν είναι όλες οι ανοσίες εφ’ όρου ζωής
Υπήρχε γενικά η αντίληψη ότι όταν κάποιος μολύνεται με ή εμβολιάζεται κατά κάποιου ιού ή βακτηρίου, η ανοσία που σχηματίζεται θα είναι εφ’ όρου ζωής, είπε στους Epoch Times ο Δρ Στάνλεϋ Πέρλμαν, καθηγητής του Τμήματος Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Άιοβα.
Παρόλα αυτά, η παρούσα μελέτη και άλλες έρευνες πάνω στον RSV, ο οποίος μολύνει ανθρώπους κάθε χρόνο παρά το γεγονός ότι όλοι έχουν αντισώματα κατά του ιού από την ηλικία των 3 ετών, υποδηλώνει ότι το εάν ένα άτομο έχει ανοσία σε έναν ιό ή βακτήριο μπορεί να διαφέρει ανάλογα το παθογόνο, είπε η Λι.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Medicine τον Σεπτέμβριο, παρακολούθησε 19 υγιείς εθελοντές οι οποίοι έλαβαν εμβόλια και ενισχυτικά εμβόλια κατά της γρίπης, του τετάνου και αρκετά κατά της COVID-19. Οι ερευνητές εξήγαγαν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού τους από τον μυελό των οστών και τα παρακολούθησαν για έως και τρία χρόνια.
Ανακάλυψαν ότι αυτοί οι συμμετέχοντες είχαν ανθεκτικά πλασματοκύτταρα – ένα είδος κυττάρων τα οποία παρέχουν μακροχρόνια ανοσία – τα οποία παράγουν αντισώματα κατά της γρίπης και του τετάνου αλλά καθόλου η ελάχιστα ανθεκτικά πλασματοκύτταρα που λειτουργούν ενάντια στην πρωτεΐνη ακίδας της COVID-19.
Όταν τα Β-κύτταρα μας (κύτταρα του ανοσοποιητικού) έρχονται αντιμέτωπα με ένα παθογόνο, διαιρούνται σε πλασματοκύτταρα και παράγουν αντισώματα. Τα περισσότερα από αυτά τα κύτταρα πεθαίνουν, αλλά ελάχιστα από αυτά θα μεταναστεύσουν σε συγκεκριμένες κόγχες στον μυελό των οστών και θα ωριμάσουν σε μακρόβια πλασματοκύτταρα.
«Ακόμη και αν μερικά από αυτά τα κύτταρα θέλουν να πεθάνουν, δεν μπορούν», είπε η Λι. «Υπόκεινται σε αλλαγές στο RNA τους και το DNA τους έτσι ώστε να μπορούν να γίνουν ανθεκτικά στην απόπτωση (κυτταρικός θάνατος).»
«Υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες και μηχανισμοί και προγράμματα, και προσπαθούμε να τα μελετήσουμε όλα αυτά και να ξεδιπλώσουμε αυτά τα βήματα ώστε να μπορέσουμε να εξακριβώσουμε τον τρόπο που μπορούμε να κάνουμε τα εμβόλια mRNA κατά του SARS-CoV-2 καλύτερα.»
Το να έχει επίσης κανείς μακροπρόθεσμη ανοσία δεν «εγγυάται πλήρη προστασία ενάντια σε μελλοντικές λοιμώξεις», είπε στους Epoch Times ο Δρ Τζόζεφ Βαρόν, καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον και επικεφαλής ιατρός της Συμμαχίας Κρίσιμης Φροντίδας Πρώτης Γραμμής κατά της COVID-19 (Front Line COVID-19 Critical Care Alliance – FLCCC).
«Οι ιοί μπορούν να εξελιχθούν ώστε να ξεφύγουν από την ανοσοαπόκριση, και η μειωμένη ανοσία ή άλλοι παράγοντες όπως η ηλικία και η κατάσταση της υγείας μπορούν να επηρεάσουν την αδυναμία κάποιου.»
Αυτός είναι ο λόγος που τα νέα εμβόλια κατά της γρίπης παράγονται κάθε χρόνο καθώς ο ιός εξελίσσεται και αλλάζει, είπε η Λι.
Οι μολύνσεις δεν ενίσχυσαν την ανοσία
Κάποιοι από τους συμμετέχοντες πιθανόν να κόλλησαν COVID-19 κατά την διάρκεια της περιόδου της μελέτης, όπως υποδεικνύεται από μια απότομη αύξηση στα επίπεδα αντισωμάτων κατά της COVID-19 παρά την έλλειψη ανοσοποίησης. Ωστόσο, οι συγγραφείς βρήκαν ότι αυτό επίσης δεν συνδέεται με τον σχηματισμό μακρόβιων πλασματοκυττάρων.
Αυτό το εύρημα συμφωνεί με προηγούμενη έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, η οποία βρήκε ότι οι μολύνσεις από COVID-19 δεν προκαλούν μακροχρόνια προστασία μέσω αντισωμάτων.
Σε μερικές περιπτώσεις, οι μολύνσεις μπορεί να προκαλέσουν ισχυρότερη ανοσία από αυτήν που μπορούν να παρέχουν τα εμβόλια. Η εφ’ όρου ζωής ανοσία στην γρίπη, για παράδειγμα, πιθανόν να υποκινείται από την φυσική ανοσία παρά από τον εμβολιασμό.
Τα αντισώματα που σχηματίζονται μονάχα από το εμβόλιο κατά της γρίπης μπορεί να διαρκέσουν για λίγους μήνες. Παρόλα αυτά, από την στιγμή που πολλοί από τους εμβολιασμένους ανθρώπους θα μολυνθούν επίσης, αυτή η διασταυρούμενη αντιδραστικότητα είναι πιθανώς αυτό που οδηγεί τα πλασματοκύτταρα να ωριμάσουν σε ανθεκτικά κύτταρα, είπε η Λι.
Οι ενισχυτικές δόσεις δεν αύξησαν τα ανθεκτικά αντισώματα
Κάποιοι από τους συμμετέχοντες της έρευνας έλαβαν αρκετές δόσεις του εμβολίου mRNA κατά της COVID-19 κατά την διάρκεια της διεξαγωγής της μελέτης.
Οι συγγραφείς βρήκαν ότι η λήψη περισσότερων δόσεων εμβολίων mRNA «δεν προώθησαν απαραίτητα περισσότερες» ανταποκρίσεις μακρόβιων πλασματοκυττάρων στην μικρή ομάδα της μελέτης.
«Αυτά τα ευρήματα ενισχύουν το γεγονός ότι οι ενισχυτικές δόσεις δεν λειτουργούν πραγματικά σε αυτό το σημείο», είπε ο Βαρόν. «Οι ενισχυτικές δόσεις μπορούν προσωρινά να αποκαταστήσουν την προστασία με το να αυξήσουν τα αντισώματα που κυκλοφορούν και την μνήμη των κυττάρων του ανοσοποιητικού.»
Ο Δρ Γουίλιαμ Σάφνερ, καθηγητής προληπτικής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ στο Νάσβιλ του Τενεσί, είπε ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από COVID-19 θα πρέπει παρόλα αυτά να ακολουθήσουν το πρόγραμμα των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των ΗΠΑ (Centers for Disease Control and Prevention – CDC), το οποίο συνιστά εμβολιασμό κάθε έξι μήνες.
Η Λι συμφώνησε, προσθέτοντας ότι ενώ η μελέτη της βρήκε ότι η προστασία από τα αντισώματα είναι βραχυπρόθεσμη, υπάρχουν άλλα κύτταρα στο σώμα, όπως τα Τ-κύτταρα, μέσω των οποίων ο εμβολιασμός παρέχει μακροχρόνια ανοσία και θα μπορούσαν, επομένως, να είναι ακόμη χρήσιμα για ανθρώπους με μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης.
Διαδίκτυο, κάνε τη δουλειά σου.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: